Του Μάκη Δεληπέτρου
Η δική μου Σαρακοστή ανήκει σε παιδιά που ανέβηκαν τον δικό τους Γολγοθά. Ο Χριστός ήξερε γιατί το έκανε, γιατί η δική του θυσία δεν πληγώνει, παρηγορεί. Τα αδικοχαμένα, τα "άωρα" παιδιά που συνάντησαν το θάνατο ή έχασαν τη ζωή είναι ένα μαχαίρι που ποτέ δεν μπόρεσα αλλά και δεν θέλησα να βγάλω από μέσα μου.
Αυτή η πληγή με κάνει να αισθάνομαι άνθρωπος. Και να σκέφτομαι πόσο μικρές είναι τελικά οι "πληγές" της καθημερινότητας που μας ματώνει, μας ευτελίζει, μας καθηλώνει, όμως δε μας αφαιρεί την ελπίδα.
Κάποτε στη γειτονιά με τα χαλάσματα που μεγάλωσα είδα να χάνεται το πρώτο παιδί, ένας από τους φίλους μου.
Η φοβερή αρρώστεια τότε ήταν άγνωστη και η άδικη εμφάνιση της έγινε στα στόματα των γιαγιάδων της γειτονιάς μια τρομακτική σειρά από απαίσιες εξηγήσεις, από πιθανολογησεις που φάνταζαν σχεδόν δαιμονικές, από λαικές εξηγήσεις που είχαν μία μόνο αλήθεια, πως τόσο πολυ΄άδικο μόνο, κάτι αλλόκοσμο, κάτι εξωτικό, μιαρό και σκοτεινό μπορει να μπει στο σπίτι ενός παιδιού.
Η ψυχή μου γέμισε φόβο από τότε, φόβο που ποτέ δεν απέβαλα για μένα, για τους γύρω, για το πόσο ξαφνικά και ακατανόητα μπορεί να αλλάξει εντός μου ο ρυθμός του κόσμου, όπως έλεγε ο μεγάλος εξόριστος του μυαλού, ο Βιζυηνός...
Ο Νίκος περιμένει μόνος
Από την πρώτη μέρα που έχασα τον Νίκο που κιτρίνησε και κλείστηκε στο σπίτι του έτσι ξαφνικά κατάλαβα ότι ποτέ η ζωή, η πίστη μου, η γειτονιά μου, οι σκέψεις μου δεν θα είναι ίδια. Ο Νίκος έμεινε εκεί, στα 1967-68 να περιδιαβαίνει σαν είκόνα του μυαλού πια, μια γειτονιά γεμάτη χαλάσματα. Σα να μας λέει σε όλα τα παιδιά του 44ου Δημοτικού Σχολείου Κάτω Πατησίων ένα τεράστιο "γιατί" για το σύντροφο που αφήσαμε πίσω στο χρόνο, για να φύγουμε, που μπροστά?
Ο Γιώργης ήταν πάντα μόνος
Κακό πράγμα το κουσούρι τότε. Όλοι λίγο πολύ είχαμε την υγειά μας. Ακόμη και σε μένα, κάποιοι γιατροί, λευίτες των φτωχογειτονιών, έκαναν το θαύμα τους, παλεύοντας με τις αρρώστειες και τα βρομόνερα, χωρίς αμοιβή, χωρίς αυτοκίνητα, σε καθημερινές επισκέψεις με τα πόδια γεμάτα λάσπες, νύχτα στους βούρκους εκεί στις πολυσύχναστες σήμερα Τρεις Γέφυρες. Ο Γιώργης, Γιώργη τον λέγαμε, έλιωνε κάθε μέρα που περνούσε.
Ήταν ο Γιώργης ο κουτσός, έτσι τον ήξεραν όλοι και μόνο έτσι γνώρισε, έμαθε, ήξερε και αυτός τον ίδιο του τον εαυτό. Ήταν ο μόνος καλοσυνάτος, ο μόνος τόσο καλοσυνάτος μέσα στις παράγκες με τις πλίθρες. Πέρναγε τις μέρες του ψάχνοντας αν κάποιος θέλει κάτι, μάλλον για να ξεχάσει ότι αυτός ήταν που ήθελε να ζητήσει κάτι και κανείς δεν τον ρώταγε.
Εκείνο το μικρό "σακατιλίκι", όπως έλεγε ο πικρός κόσμος του τότε, του έφερε το άλλο. Πλάι στον τόρνο που μάθαινε, άρχιζε κρυφά να βάζει ένα ποτήρι, ένα μπουκάλι κρασί. Ήταν πιο άντρας από πολλούς στρατιώτες, αφού αυτός πολέμαγε κάθε μέρα, από οταν γεννήθηκε σε μια κοινωνία κακιά, μίζερη, χαιρέκακη. Όταν δεν το κράτησαν στο στρατό διαλύθηκε.
Δυό-τρία χρόνια μετά μάθαμε τα νέα του. "Γιατί μέσα στο όνειρο του διάλεξε πια να ζει". Γιώργη, τώρα έμαθα, πως εκεί πάνω δεν υπάρχουν κουτσά παιδιά. Είσα καλά, Γιώργη, και με το καλό θα ανταμώσουμε, να παίξεις με μένα τον "μεγάλο" πια, κοριμπανιός και μπάλα και κρυφτό. Αυτά τα απλά που ποτέ δεν έκανες...
Ο Κωνσταντίνος Δημήτριος δεν γνώρισε κανέναν
Το όνομα δεν του δόθηκε ποτέ. Ένας Γέροντας τον δικαίωσε. Γεννήθηκε πρόωρα και άωρα έφυγε. Η μικρή ζωή του ήταν γεμάτη από τους ήχους των γιατρών και των καροτσιών που δεν τον πήγαν ποτέ μαζί με τα άλλα παιδιά. Ο πατέρας του μόνο τον είδε.
Ήταν ωραίος ως παις Έλλην. Από αυτούς που συναντας μόνο στα αγγεία, από αυτούς που γενήθηκαν για να μείνει πίσω τους μια στήλη στον Κεραμεικό. Έσβησε με μιά ανάσα μπροστά στον μόνο συγγενή που άκουγε και αυτός δεν πρόλαβε να τον διεκδικήσει με μια αγκαλιά που τόσο του άξιζε γιατί σαν μαχητής, από εκείνους τους παλιού προγόνους του, πάλεψε. "Έιχε το τέλος των μαρτύρων της θρησκείας μας δεν...χαίρεσαι?" είπε ο Γέροντας.
Χαίρομαι που γαλήνεψε, γέροντα. Εδώ το μόνο που ξέρω είναι ότι πόνεσα πολύ για να μάθω τι θα πει Σαρακοστή. Το μαρτύριο κάποιου παιδιού, ακόμη και του ίδιου του Θεού, πριν, πρόωρα, "χαθεί...".
* Το απόσπασμα είναι από κείμενο του δημοσιογράφου Μάκη Δεληπέτρου, ενός ανθρώπου που εκτιμώ ιδιαίτερα.
Απογευματινή-28/02/04
Αυτή η πληγή με κάνει να αισθάνομαι άνθρωπος. Και να σκέφτομαι πόσο μικρές είναι τελικά οι "πληγές" της καθημερινότητας που μας ματώνει, μας ευτελίζει, μας καθηλώνει, όμως δε μας αφαιρεί την ελπίδα.
Κάποτε στη γειτονιά με τα χαλάσματα που μεγάλωσα είδα να χάνεται το πρώτο παιδί, ένας από τους φίλους μου.
Η φοβερή αρρώστεια τότε ήταν άγνωστη και η άδικη εμφάνιση της έγινε στα στόματα των γιαγιάδων της γειτονιάς μια τρομακτική σειρά από απαίσιες εξηγήσεις, από πιθανολογησεις που φάνταζαν σχεδόν δαιμονικές, από λαικές εξηγήσεις που είχαν μία μόνο αλήθεια, πως τόσο πολυ΄άδικο μόνο, κάτι αλλόκοσμο, κάτι εξωτικό, μιαρό και σκοτεινό μπορει να μπει στο σπίτι ενός παιδιού.
Η ψυχή μου γέμισε φόβο από τότε, φόβο που ποτέ δεν απέβαλα για μένα, για τους γύρω, για το πόσο ξαφνικά και ακατανόητα μπορεί να αλλάξει εντός μου ο ρυθμός του κόσμου, όπως έλεγε ο μεγάλος εξόριστος του μυαλού, ο Βιζυηνός...
Ο Νίκος περιμένει μόνος
Από την πρώτη μέρα που έχασα τον Νίκο που κιτρίνησε και κλείστηκε στο σπίτι του έτσι ξαφνικά κατάλαβα ότι ποτέ η ζωή, η πίστη μου, η γειτονιά μου, οι σκέψεις μου δεν θα είναι ίδια. Ο Νίκος έμεινε εκεί, στα 1967-68 να περιδιαβαίνει σαν είκόνα του μυαλού πια, μια γειτονιά γεμάτη χαλάσματα. Σα να μας λέει σε όλα τα παιδιά του 44ου Δημοτικού Σχολείου Κάτω Πατησίων ένα τεράστιο "γιατί" για το σύντροφο που αφήσαμε πίσω στο χρόνο, για να φύγουμε, που μπροστά?
Ο Γιώργης ήταν πάντα μόνος
Κακό πράγμα το κουσούρι τότε. Όλοι λίγο πολύ είχαμε την υγειά μας. Ακόμη και σε μένα, κάποιοι γιατροί, λευίτες των φτωχογειτονιών, έκαναν το θαύμα τους, παλεύοντας με τις αρρώστειες και τα βρομόνερα, χωρίς αμοιβή, χωρίς αυτοκίνητα, σε καθημερινές επισκέψεις με τα πόδια γεμάτα λάσπες, νύχτα στους βούρκους εκεί στις πολυσύχναστες σήμερα Τρεις Γέφυρες. Ο Γιώργης, Γιώργη τον λέγαμε, έλιωνε κάθε μέρα που περνούσε.
Ήταν ο Γιώργης ο κουτσός, έτσι τον ήξεραν όλοι και μόνο έτσι γνώρισε, έμαθε, ήξερε και αυτός τον ίδιο του τον εαυτό. Ήταν ο μόνος καλοσυνάτος, ο μόνος τόσο καλοσυνάτος μέσα στις παράγκες με τις πλίθρες. Πέρναγε τις μέρες του ψάχνοντας αν κάποιος θέλει κάτι, μάλλον για να ξεχάσει ότι αυτός ήταν που ήθελε να ζητήσει κάτι και κανείς δεν τον ρώταγε.
Εκείνο το μικρό "σακατιλίκι", όπως έλεγε ο πικρός κόσμος του τότε, του έφερε το άλλο. Πλάι στον τόρνο που μάθαινε, άρχιζε κρυφά να βάζει ένα ποτήρι, ένα μπουκάλι κρασί. Ήταν πιο άντρας από πολλούς στρατιώτες, αφού αυτός πολέμαγε κάθε μέρα, από οταν γεννήθηκε σε μια κοινωνία κακιά, μίζερη, χαιρέκακη. Όταν δεν το κράτησαν στο στρατό διαλύθηκε.
Δυό-τρία χρόνια μετά μάθαμε τα νέα του. "Γιατί μέσα στο όνειρο του διάλεξε πια να ζει". Γιώργη, τώρα έμαθα, πως εκεί πάνω δεν υπάρχουν κουτσά παιδιά. Είσα καλά, Γιώργη, και με το καλό θα ανταμώσουμε, να παίξεις με μένα τον "μεγάλο" πια, κοριμπανιός και μπάλα και κρυφτό. Αυτά τα απλά που ποτέ δεν έκανες...
Ο Κωνσταντίνος Δημήτριος δεν γνώρισε κανέναν
Το όνομα δεν του δόθηκε ποτέ. Ένας Γέροντας τον δικαίωσε. Γεννήθηκε πρόωρα και άωρα έφυγε. Η μικρή ζωή του ήταν γεμάτη από τους ήχους των γιατρών και των καροτσιών που δεν τον πήγαν ποτέ μαζί με τα άλλα παιδιά. Ο πατέρας του μόνο τον είδε.
Ήταν ωραίος ως παις Έλλην. Από αυτούς που συναντας μόνο στα αγγεία, από αυτούς που γενήθηκαν για να μείνει πίσω τους μια στήλη στον Κεραμεικό. Έσβησε με μιά ανάσα μπροστά στον μόνο συγγενή που άκουγε και αυτός δεν πρόλαβε να τον διεκδικήσει με μια αγκαλιά που τόσο του άξιζε γιατί σαν μαχητής, από εκείνους τους παλιού προγόνους του, πάλεψε. "Έιχε το τέλος των μαρτύρων της θρησκείας μας δεν...χαίρεσαι?" είπε ο Γέροντας.
Χαίρομαι που γαλήνεψε, γέροντα. Εδώ το μόνο που ξέρω είναι ότι πόνεσα πολύ για να μάθω τι θα πει Σαρακοστή. Το μαρτύριο κάποιου παιδιού, ακόμη και του ίδιου του Θεού, πριν, πρόωρα, "χαθεί...".
* Το απόσπασμα είναι από κείμενο του δημοσιογράφου Μάκη Δεληπέτρου, ενός ανθρώπου που εκτιμώ ιδιαίτερα.
Απογευματινή-28/02/04
τον ειχα καθηγητη στη σχολη μου. πως και επελεξες ενα τοσο παλιο κειμενο;
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα Στέφανε. Μου άρεσαν πάντα τα κείμενα του. Είχα κρατήσει το απόκομμα, ήθελα να γράψω κάτι για την Σαρακοστή, το θυμήθηκα και το παρουσίασα. Τυχερός μαθητής ήσουν! Καλημέρα και πάλι, ευχαριστώ που πέρασες!
ΑπάντησηΔιαγραφήgt m fenete ligo apesiodokso genikotera t kimeno?...kali sarakosti pantos maki !!
ΑπάντησηΔιαγραφήΓιατί αυτή είναι η φύση της Σαρακοστής Μαρία μου. Ουσιαστικά η Σαρακοστή δηλώνει τον πόνο, την οδύνη του Χριστού πριν την Σταύρωση. Όλοι μας ως άνθρωποι περνάμε κάποια στιγμή την "δική μας Σαρακοστή". Βέβαια μετά την Σταύρωση έρχεται η Ανάσταση... Οπότε στο τέλος η ελπίδα πάντα παραμένει! Επίσης γλυκιά μου Καλή Σαρακοστή!
ΑπάντησηΔιαγραφήπολύ όμορφο απόσπασμα.. στην αρχή νόμιζα ότι ήταν δικό σου.. Μάκης εσύ, Μάκης αυτός, Δελ εσύ, Δελ-ηπέτρου αυτός... :) Και πάλι Καλή Σαρακοστή!! :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ πυο πέρασες Εύη! Μακάρι να ήταν δικό μου..Είναι ένα εξαιρετικό κείμενο...Καλη Σαρακοστή γλυκιά μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα Μάκη μου..Συγλονιστικό το κείμενο, για λίγους θεωρώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι να πεις μετά από αυτό..;
Καλησπέρα Κατερίνα μου! Βρήκες την σωστή λέξη! Συγκλονιστικό. Και ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος είναι για μένα μακρν ότι καλύτερο έχω διαβάσει στον ελληνικο τυπο. Φιλια!
ΑπάντησηΔιαγραφή