Ντόμπρος και μάγκας. Απο τους λίγους. Ψυχή της παρέας, με αστείρευτο χιούμορ, ατακαδόρος, άλλα πάνω απ όλα τεράστιος συνθέτης.
Δεξιοτέχνης του μπουζουκιού, έμελλε να σφραγίσει με τους στίχους και το μοναδικό παίξιμο του, την πιο λαμπρή περίοδο της ελληνικής λαϊκής μουσικής σκηνής. Και ακόμα και τώρα, 23 ολόκληρα χρόνια μετά απο τον θάνατο του, έχει την ικανότητα να γεμίζει με μυρωδιές και ονειρικά ηχοχρώματα, τις στιγμές μας. Και σαν ξεκινήσει την πρώτη πενιά, ξέρεις ποιος παίζει. Γιατί το αλλιώτικο στην ελληνική μουσική,έχει ονοματεπώνυμο: Γιώργος Ζαμπέτας...
Μουσικές και ήχοι...
Γεννημένος στις 25 Ιανουαριού του 1925 στο Μεταξουργείο, έδειξε από πολύ μικρός την κλίση του προς την μουσική. Ξεκίνησε να δουλεύει από τα 7 του χρόνια, βοηθώντας τον πατέρα του στο κουρείο που διατηρούσε η οκογένεια για να βγάζει τα προς το ζην.
Εκεί, μαγεμένος πλέον από τους διάφορους ήχους που παρήγαγε η φύση (κάτι που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην μετέπειτα καριέρα του, όπως ο ίδιος αργότερα εκμυστηρεύτηκε) και εσωτερικά παρακινούμενος από τις μουσικές ρίζες από την πλευρά της μητέρας του (ανηψιά γνωστού βαρύτονου της εποχής), άρχιζε δειλά δειλά να γρατζουνάει το μπουζούκι.
Κερδίζει το πρώτο του βραβείο για ένα τραγούδι που γράφει για τον σχολικο διαγωνισμό μουσικής στο δημοτικό και παρά τις αντιδράσεις απο την οικογένεια του (μολονότι ο πατέρας του ήταν αυτός που του δίδαξε πρώτος να παίζει μπουζούκι), συνεχίζει να ασχολείται με αυτό που αγαπάει. Στα 13 του χρόνια γνωρίζει τον μεγάλο Βασίλη Τσιτσάνη και η αγάπη γίνεται πλέον και σιγουριά. Το τραγούδι, η μουσική, το μπουζούκι, είναι το διαβατήριο του για μιά καλύτερη ζωή.
Το Σίτι και η εκτόξευση...
Το 1940, όντας στον προθάλαμο του 2ου παγκοσμίου πολέμου και της κατοχής, η οικογένεια Ζαμπέτα μετακομίζει στο Αιγάλεω και ο έφηβος πλέον Γιώργος ερωτεύεται την περιοχή των δυτικών προαστίων, με τους φιλόξενους ανθρώπους και τις αναρίθμητες αλάνες.
Το Αιγάλεω Σίτι, όπως συνήθιζε να λέει την πόλη της καρδίας του, μπόλιασε με ηθικές και κοινωνικές αξίες τον χαρακτήρα του Ζαμπέτα, κάτι που φάνηκε ξεκάθαρα αργότερα και στα τραγούδια του.
Το 1942 δημιουργεί το πρώτο του συγκρότημα, με το οποίο γράφει και τα πρώτα του ερωτικά τραγούδια, κάνοντας καντάδες στα κορίτσια. Η κατοχή και η ανέχεια φρενάρουν προς το παρόν την εκτόξευση του ταλαντούχου νεαρού, η οποία όμως έρχεται μετά το τέλος του πολέμου, στις αρχές της δεκαετίας του 50'...
Ο συνθέτης των μεγάλων...
Την δεκαετία εκείνη συνθέτει τις πρώτες του μεγάλες επιτυχίες, για καλλιτέχνες όπως ο Πρόδρομος, Τσαουσάκης, ο Στέλιος Καζαντζίδης και η Πόλυ Πάνου. Η διαφορετικότητα στους στίχους αλλά και στο παίξιμο ήταν φανερή από τότε, αλλά δεν ήταν ακόμα η στιγμή της απόλυτης αναγνώρισης.
Το 1959 τον διαλέγει ο τεράστιος Μάνος Χατζιδάκις για σολίστ τις συνθέσεις του και ακολουθούν συνεργασίες με όλους τους μεγάλους της εποχής. Θεοδωράκης, Πλέσσας, Ξαρχάκος, Μαρκόπουλος, Καπνίσης, τον διαλέγουν για τις εισαγωγές και το "ντύσιμο" των τραγουδιών τους. Η φήμη του εκτοξεύεται και ο Ζαμπέτας αρχίζει πλέον να μεταμορφώνεται στον μοναδικό σόουμαν του μπουζουκιού που γνωρίζουμε μέχρι και σήμερα.
Γράφει τραγούδια για θεατρικές παραστάσεις και σιγοντάρει με τις πενιές του, τη νέα γενιά του τότε ελληνικού τραγουδιού. Βοσκόπουλος, Μητροπανος, Μοσχολιού, Δούκισσα, Κόκκοτας και Μαρινέλλα, είναι μερικά από τα ονόματα που αναδεικνύει ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης.
Επιτυχίες, δόξα και... Παναθηναϊκος
Στην δεκαετία του 60' αλλά και σε εκείνη του 70΄΄η φήμη του Ζαμπέτα βρίσκεται στο απόγειο της. Όντας σαρκαστικός και πηγαίος, συμμετέχει σε παραπάνω απο 100 μεγάλες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, ταξιδεύει για συναυλίες στο εξωτερικό και κυριαρχεί στα μουσικά δρώμενα της χώρας.
Στο φεστιβάλ των Καννών το 1960, κερδίζει τις εντυπώσεις και ψυχαγωγεί με το μπουζούκι του μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες το αφαν γκατέ του παγκόσμιου και όχι μόνο, κινηματογράφου, στα πλαίσια της συμμετοχής του φιλμ "Ποτέ την Κυριακή" (σκηνοθεσία Ζυλ Ντασεν-μουσική Μάνου Χατζιδάκι) στην διοργάνωση. Απο επιτυχίες άλλο τίποτα. Συνθέτει και συμμετέχει σε μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια της ελληνικής μουσικής. Μάλιστα Κύριε, Αλήτη, Σταλιά-Σταλιά, Τι να φταέι, Ποιος είναι αυτός, Δεν έχει δρόμο να διαβώ, Αγωνία, Πατέρα κάτσει φρόνιμα, Που΄σαι Θανάση, Που πας χωρίς αγάπη, Στον λευκό τον πύργο, τα Δειλινά, Το θέμα είναι να την βρω, Ο πενηντάρης, Χίλια περιστέρια, είναι μερικά από αυτά που άφησαν εποχή στην μουσική σκηνή του τόπου μας.
Εκεί με το μπουζούκι ανα χείρας, σιγοντάρισε με τις πενιές του τα συνθήματα των οπαδών και έκανε τους Άγγλους να κοιτάζουν αποσβολωμένοι το όλο σκηνικό!
Ξεχασμένος στο τέλος...
Την δεκαετία του 80', μαζί με την παρακμή του καλού λαικού τραγουδιού, ήρθε και η εποχή της αφάνειας για τον ίδιο. Οι συνεργασίες ήταν πλέον δύσκολες και μόνο προς τα τέλη της δεκαετίας αρχίζει και πάλει να πουλάει η μουσική του.
Το 1988 δέχεται, όπως ο ίδιος παραδέχτηκε, την μεγαλύτερη καλλιτεχνική αναγνώριση, όταν τιμάται από τον Δήμο Αιγάλεω για την προσφορά του στον χώρο της μουσικής. Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 10 Μαρτίου του 1992, καταπονημένος από τον καρκίνο, φεύγει από κοντά μας αφήνοντας μεγάλη παρακαταθήκη και ένα κενό που δεν πρόκειται να καλυφθεί.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας ήταν από τους λίγους και εκλεκτούς, από εκείνους που αφήνουν το στίγμα τους σε ότι καταπιάνονται και σίγουρα από αυτούς που σε μαγεύουν με την απλότητα και την αυθεντικότητα του χαρακτήρα τους, Ένας φιλόσοφος της ζωής και της μουσικής.
Πηγαίος, ειλικρινής και μάγκας. Γήινος και μαγικός ταυτόχρονα. Όπως τα τραγούδια του... "Στέκει στου δρόμου κάποια άκρη μοναχός, θαρρείς και κρύβει τη ντροπή του στο σκοτάδι. Όμως τι φταίει αν γεννήθηκε φτωχός, τι φταίει αυτός, αν της ζωής, αν της ζωής είναι ρημάδι... Αλήτη δίχως αγάπη με δίχως μάνα και δίχως σπίτι. αλήτη μες στη μανία του βοριά μικρό σπουργίτι, αλήτη..."